Ενδοφλέβια χορήγηση βιταμίνης C κατά του καρκίνου

Ενδοφλέβια χορήγηση βιταμίνης C κατά του καρκίνου

Η βιταμίνη C, που λαμβάνεται με ενδοφλέβια ένεση σε μεγάλες δόσεις, μπορεί να έχει αντικαρκινική δράση, ενισχύοντας το αποτέλεσμα της χημειοθεραπείας υποστηρίζουν οι ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου του Κάνσας, με επικεφαλής την δρα Τζιν Ντρίσκο, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό “Science Translational Medicine”, σύμφωνα με το BBC.

Οι ερευνητές έκαναν πειράματα σε ποντίκια, σε ανθρώπινα καρκινικά κύτταρα στο εργαστήριο, καθώς και σε ένα μικρό αριθμό 22 ασθενών με προχωρημένο καρκίνο των ωοθηκών. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των δοκιμών, τα καρκινικά κύτταρα έδειξαν ευαισθησία στην ενέσιμη χορήγηση της βιταμίνης C, ενώ τα υγιή κύτταρα δεν υπέστησαν κάποια βλάβη. Η θεραπεία με βιταμίνη, σε συνδυασμό με την παραδοσιακή χημειοθεραπεία, επιβράδυνε την ανάπτυξη των όγκων στα ζώα, ενώ οι καρκινοπαθείς εμφάνισαν λιγότερες παρενέργειες.

Ήδη από τη δεκαετία του ’70, ο διάσημος χημικός και νομπελίστας Λάϊνους Πόλινγκ είχε υποστηρίξει ότι η συγκεκριμένη βιταμίνη, αν δοθεί ενδοφλέβια, είναι αποτελεσματική κατά του καρκίνου. Όμως δύο κατοπινές κλινικές δοκιμές με λήψη βιταμίνης C από το στόμα απέτυχαν να επιβεβαιώσουν την αντικαρκινική δράση της και η σχετική «ανορθόδοξη» έρευνα εγκαταλείφθηκε. Όμως πιο πρόσφατα ανακαλύφθηκε ότι το ανθρώπινο σώμα αποβάλλει γρήγορα την εν λόγω βιταμίνη, όταν αυτή λαμβάνεται δια του στόματος, κάτι που δεν συμβαίνει με την ενδοφλέβια χορήγησή της.

Εκπρόσωπος της βρετανικής οργάνωσης μελέτης του καρκίνου Cancer Research δήλωσε ότι «Οποιαδήποτε πιθανή θεραπεία για τον καρκίνο πρέπει να αξιολογείται ενδελεχώς σε μεγάλες κλινικές δοκιμές για να διασφαλιστεί ότι είναι ασφαλής και αποτελεσματική. Συνεπώς χρειάζονται και άλλες μελέτες προτού πούμε με βεβαιότητα τι είδους ωφέλειες μπορεί να έχει η βιταμίνη C σε υψηλές δόσεις για τους ασθενείς».Οι επιστήμονες ζητούν να γίνουν μεγάλης κλίμακας κλινικές δοκιμές με κρατική υποστήριξη, καθώς θεωρούν απίθανο να κάνουν κάτι τέτοιο οι φαρμακευτικές εταιρίες, επειδή δεν μπορούν να αποκτήσουν εμπορικά δικαιώματα (πατέντες) πάνω στις βιταμίνες.