Πρωτοποριακή εξέταση δίνει ελπίδα για επιτυχημένη εγκυμοσύνη στις γυναίκες με ιστορικό αποβολών

Πρωτοποριακή εξέταση δίνει ελπίδα για επιτυχημένη εγκυμοσύνη στις γυναίκες με ιστορικό αποβολών

Μια νέα, πρωτοποριακή εξέταση αυξάνει πλέον σημαντικά τις πιθανότητες επιτυχημένης εγκυμοσύνης σε γυναίκες με ιστορικό αποβολών ή αποτυχημένων προσπαθειών εξωσωματικής γονιμοποίησης. Πρόκειται για μια απλή εξέταση που πλέον πραγματοποιείται και στην Ελλάδα σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιo της Χαϊδελβέργης και η οποία μπορεί να εντοπίσει δυο παράγοντες που επηρεάζουν αρνητικά στην επιτυχία της σύλληψης: τα ΝΚ κύτταρα και τα πλασματοκύτταρα.

Σύμφωνα με τον Δρ. Ιωάννη Ζερβομανωλάκη, Μαιευτήρα-Χειρουργό Γυναικολόγο, Διδάκτορα Πανεπιστημίου Βόννης, Iδρυτικό μέλος της Μονάδας Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής Institute of Life στη Μαιευτική Kλινική ΙΑΣΩ. «Η καλή ανάπτυξη των εμβρύων μετά από μια επιτυχημένη εμφύτευση καθορίζει ουσιαστικά την εξέλιξη μιας εγκυμοσύνης. Μπορεί η ποιότητα των εμβρύων που προκύπτουν από φυσιολογική σύλληψη ή μετά από διαδικασία εξωσωματικής γονιμοποίησης να παίζει καθοριστικό ρόλο στην εμφύτευσή τους μέσα στη μήτρα, υπάρχουν, ωστόσο, περιπτώσεις που η καλή ποιότητα των εμβρύων δεν συνοδεύεται από εξίσου καλή ανάπτυξή τους με αποτέλεσμα να μην προχωρεί η εγκυμοσύνη.»

Πρόσφατες μελέτες δίνουν έμφαση στο ρόλο των NK κυττάρων (natural killers), που εμποδίζουν την εμφύτευση του εμβρύου και την ανάπτυξη της εγκυμοσύνης. Μάλιστα, έρευνα του Πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης με πάνω από 5.000 βιοψίες ενδομητρίου έδειξε αυξημένο αριθμό κυττάρων ΝΚ σε περίπου 30% των γυναικών με επαναλαμβανόμενες αποβολές. Επιπλέον, οι φλεγμονές του ενδομητρίου επηρεάζουν το περιβάλλον εμφύτευσης.

Αν και ο ορισμός της χρόνιας ενδομητρίτιδας δεν είναι σαφής, η παρουσία των πλασματοκυττάρων ως κυττάρων φλεγμονής διαπιστώθηκε σε περίπου 10-15% των γυναικών με επαναλαμβανόμενες αποβολές στη μελέτη του Πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης.

Πώς γίνεται η διάγνωση των ΝΚ κυττάρων με τη νέα εξέταση;

Σήμερα, η νέα εξέταση μας δίνει τη δυνατότητα να εντοπίσουμε τα ΝΚ κύτταρα με μια απλή βιοψία ενδομητρίου, όταν η γυναίκα βρίσκεται στη δεύτερη φάση του κύκλου. Με τη χρήση μιας ειδικής συσκευής λήψης και χωρίς νάρκωση λαμβάνεται το απαραίτητο υλικό το οποίο στέλνεται άμεσα σε εξειδικευμένο εργαστήριο του Πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης.

Υπάρχει θεραπεία αν διαπιστωθεί η ύπαρξη των κυττάρων ΝΚ στη βιοψία;

Στην περίπτωση των αυξημένων κυττάρων ΝΚ, η χρήση σκευασμάτων που περιέχουν κορτιζόνη προκαλεί σημαντική ελάττωση των κυττάρων αυτών και ευνοεί την ανταπόκριση της μήτρας στην εμφύτευση. Εφόσον διαπιστωθεί η ύπαρξη αυξημένων ποσοστών πλασματοκυττάρων ή γενικότερα φλεγμονή του ενδομητρίου, απαιτείται η λήψη αντιβιοτικών για ένα διάστημα δύο με τριών εβδομάδων.

Μπορεί μια γυναίκα με ιστορικό αποβολών να αποφύγει την εξωσωματική γονιμοποίηση μετά τη διάγνωση;
Μια γυναίκα που συλλαμβάνει αλλά αποβάλλει το έμβρυο μέχρι το τέλος του πρώτου τριμήνου έχει αυξημένες πιθανότητες να μείνει έγκυος ξανά φυσιολογικά χωρίς πρόβλημα μετά το τέλος της θεραπείας, εφόσον βέβαια ο ειδικός κρίνει ότι η φυσιολογική σύλληψη είναι ακόμη εφικτή. Όταν η διάγνωση συνδυάζεται με προβλήματα στην αιμάτωση του εμβρύου, τη λεγόμενη θρομβοφιλία, η οποία είναι συχνή σε γυναίκες με ιστορικό θρομβώσεων ή εγκεφαλικών στην οικογένεια και ανακαλύπτεται με ειδικές εξετάσεις αίματος συνεχίζεται η κατάλληλη αγωγή, ως αντιπηκτική αγωγή με ενέσεις ηπαρίνης και ασπιρίνη χαμηλής δόσης, σε όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και της λοχείας.

Πόσο χρονικό διάστημα απαιτείται μέχρι την επόμενη προσπάθεια εξωσωματικής γονιμοποίησης;

Όταν η εξωσωματική γονιμοποίηση κριθεί απαραίτητη, είναι καλό να γίνεται η προσπάθεια αμέσως μετά το τέλος της θεραπείας. Η εμπειρία δείχνει ότι χρόνιες καταστάσεις συνοδεύονται από υψηλές πιθανότητες υποτροπής, οπότε όσο γρηγορότερα γίνει η εξωσωματική γονιμοποίηση τόσο υψηλότερες είναι οι πιθανότητες επιτυχούς έκβασης.

Τι πρέπει να κάνουν οι Ελληνίδες που έχουν ιστορικό αποβολών ή αρνητικών προσπαθειών εξωσωματικής και ενδιαφέρονται για την εξέταση;

Σήμερα, υπάρχει η δυνατότητα διενέργειας της εξέτασης και στην Ελλάδα, όπου γίνεται η λήψη και στη συνέχεια το υλικό αποστέλλεται στο εργαστήριο στη Γερμανία. Η απάντηση λαμβάνεται εντός 10 ημερών και η θεραπεία μπορεί να ξεκινήσει άμεσα.